4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

Πετώντας με ένα T-2E

Στον αέρα!

Πώς να γράψω για ένα συναίσθημα και μια εμπειρία που μόνο βιώνονται; Η πτήση με πολεμικό αεροσκάφος είναι εμπειρία ζωής. Αξεπέραστη. Θα κάνω ό,τι μπορώ για να σας πετάξω στα σύννεφα και να κρατήσω ζωντανή την κάθε στιγμή που πέρασα εκεί ψηλά, μέσα στο εκπαιδευτικό μαχητικό Τ-2Ε.

ΚΕΙΜΕΝΟ: ΙΩΑΝΝΑ ΣΟΥΛΙΩΤΗ
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΝΙΚΟΣ ΜΑΡΚΟΜΠΟΤΣΑΡΗΣ

Η ΛATPEIA του Κώστα Καββαθά για τα ιπτάμενα είναι γνωστή. Η δική μου όχι - και αυτό, παρ’ ότι μεγάλωσα μέσα στην Πολεμική Αεροπορία, μιας κι ο πατέρας μου ήταν ασυρματιστής στο Κρατικό Εργοστάσιο Αεροπλάνων. Πέρα απ’ αυτό, είχα μια περιέργεια, που μεγαλώνοντας έγινε επιθυμία, για τα μαχητικά. Είχα μπει μέσα σε μερικά από αυτά σε παιδική ηλικία, όπως και σε ελικόπτερα, αλλά στο έδαφος. Πάντα ήθελα να νιώσω το πέταγμά τους. Αλλά πώς, πού, με ποιον; Χρόνια φίλοι με τον Κώστα και τη Σόφη Καββαθά και, όποτε βρισκόμασταν, τον βομβάρδιζα με ερωτήσεις και ζητούσα να μου μεταφέρει τις εμπειρίες από τις πτήσεις του, χωρίς ποτέ να ελπίζω ότι θα πετάξω κι εγώ. Σε κάποια από τις συναντήσεις ο Κώστας με ρώτησε αν ήθελα να πετάξω με ένα μαχητικό. Πίστευα πως αστειευόταν, αλλά απάντησα «και το ρωτάς;». Τρεις ημέρες μετά, η πολυπόθητη πτήση είχε κανονιστεί. «Mo2, πετάμε την Τετάρτη στην Καλαμάτα». (Mo2 είναι η συντομογραφία του «mother of two» που μου έχει δώσει ο Κώστας!)

Οδοιπορικό
Το ραντεβού ήταν στις επτά το απόγευμα. Αλλά πώς θα διατηρούσα το μύθο των γυναικών, αν δεν εμφανιζόμουν με μισή -έστω- ώρα καθυστέρηση; Η πτήση ήταν προγραμματισμένη για το πρωί της επόμενης ημέρας, από την 362 Μοίρα Εκπαίδευσης Αέρος της Καλαμάτας. Η πρόβλεψη της Mετεωρολογικής ήταν καλή κι έλεγε πως ο καιρός θα «χάλαγε» το σαββατοκύριακο. Όσο πλησιάζαμε στην Καλαμάτα, ο αέρας δυνάμωνε - μαζί και η ανησυχία μου. Σε κάθε ανέβασμα του αέρα, ρωτούσα τον Κώστα: «Λες να μην πετάξουμε;»
Δεν κοιμήθηκα το βράδυ από την ανυπομονησία. Είχα να μείνω ξάγρυπνη για τέτοιο λόγο από τα μικράτα μου. Την επομένη ήμουν στην ώρα μου, αλλά ο Καββαθάς ήδη με περίμενε στο χώρο του πρωινού, μιλώντας με αναγνώστες που τον συνέχαιραν για τα άρθρα του στους 4Τροχούς και τη δημοσιογραφική πορεία του.
Βάζω καφέ. Ο καιρός είναι μαλακός, αλλά στον ουρανό τα σύννεφα παιχνιδίζουν τόσο με τον ήλιο όσο και με μένα. Το τηλέφωνο του συνταξιδιώτη μου χτυπάει. «ΟK, ερχόμαστε» τον ακούω να λέει. «Πρέπει να φύγουμε. O καιρός ενδέχεται να αλλάξει στις επόμενες δύο ώρες». Σβήνω το μόλις αναμμένο τσιγάρο. «Κάπνισέ το και πάμε μετά». «Δεν το διακινδυνεύω. Φύγαμε» απαντώ.
Σε λίγο η Carrera 4 που οδηγεί ο Κώστας φτάνει στην πύλη της μονάδας. Το πρώτο που βλέπω είναι ο χώρος όπου επισκευάζονται τα αεροσκάφη. Παιδικές μνήμες ξυπνούν. Αισθάνομαι οικεία στο περιβάλλον. Στο διοικητήριο μας περιμένουν οι αξιωματικοί της Μοίρας. Ρωτάω πότε θα πετάξουμε. «Περιμένουμε το διοικητή. Έχει ραντεβού. Mόλις τελειώσει, θα τον δούμε». Δεν περνούν λίγα λεπτά και ο διοικητής ανοίγει την πόρτα - και μαζί τη διάθεσή μου. Επιτέλους, φτάνω κοντά. Πού να ’ξερα πόσο δρόμο είχα ακόμα για την πολυπόθητη πτήση; Από την πρώτη στιγμή ήταν πασιφανές πως ο Κώστας Καββαθάς και ο διοικητής της 362 ΜΕΑ, Κωνσταντίνος Πέτρουλας, ήταν παλιοί γνώριμοι, φίλοι και με πολλές ώρες κοινής πτήσης.
«Έχετε άδεια να πετάξετε;» τον ρωτάει. «Ναι, βέβαια» απαντά. «Δεν έχω ενημερωθεί για κάτι τέτοιο». Ένα ερωτηματικό σχηματίζεται στο πρόσωπό μου και ο Καββαθάς το βλέπει. «Μην ανησυχείς. Έχουμε άδεια. Απλώς αυτό είναι το χιούμορ του διοικητή!» «Βρείτε μια φόρμα στο νούμερό της και πάρτε μπότες από τις κοπέλες που εκπαιδεύονται». Οι ανθυποσμηναγοί Ιωάννα Χρυσαυγή και Αικατερίνη Κουσκοβίτη είναι οι δύο πρώτες γυναίκες πιλότοι της Πολεμικής Αεροπορίας. Μικρά κορίτσια, 22-23 χρονών, «πετούν στα σύννεφα για μάχη». Αυτό δε θέλει μόνο κότσια, θέλει και προσωπικότητα. Καταπληκτικό. Βρίσκουμε τις μπότες, αλλά ο Καββαθάς επιμένει να φορέσω τη δική του στολή. Φοράω την ιστορική στολή του Καββαθά (χάρη στα βέλκρο!), βγάζω τα διακριτικά του και βάζω αυτά της μονάδας στην Καλαμάτα και του αεροσκάφους με το οποίο θα πετάξω. Είναι η πρώτη φορά που φοράω αεροπορική φόρμα και αισθάνομαι άνετα μέσα σε αυτήν. Δε με κατάπιε, ήμουν εγώ, ακόμα και μέσα στη στολή. Ο Κώστας ζητά στη θέση του να πετάξει ο εικονολήπτης Κωστής Νικολόπουλος, για να μαγνητοσκοπήσει την πτήση. Πάμε στη Μοίρα. Μια ομάδα χειριστών περιμένουν τη σειρά τους για τις προγραμματισμένες πτήσεις. Μας τους συστήνουν. Δεν μπορώ να συγκρατήσω τα ονόματα, αλλά δε νομίζω πως το περίμενε κανείς. «Εσάς, κ. Σουλιώτη, θα σας πετάξει ο σμηναγός Στέλιος Δανιήλογλου». Μου δείχνει τον πιλότο, που εκείνη την ώρα κάτι σημειώνει με κίτρινο μαρκαδόρο σε ένα τεράστιο «τετράδιο». «Θα είμαι μαζί σας σε λίγα λεπτά» λέει. Aκούγεται η φωνή του μοιράρχου: «Nα πάνε στο γιατρό και οι δύο». Έπειτα από σύντομη ενημέρωση για τα συμπτώματα της ναυτίας, αρχίζω να δυσανασχετώ. Πότε θα πετάξουμε, επιτέλους; A little less conversation, a little more action, please. Ο Έλβις «τραγουδά» τη σκέψη μου. Ο έλεγχος μας βρίσκει εντάξει. Eκτός από τους... 1.000 σφυγμούς της ανυπομονησίας, ήθελα να πω, αλλά το άφησα να πέσει. Υπάρχει ακόμα διαδικασία που δεν έχει ολοκληρωθεί. Επόμενο στάδιο, η ενημέρωση. Μπαίνουμε σε μια αίθουσα γεμάτη καρέκλες. Σε καθεμία ένα πράσινο μπουφάν. Όλες κοιτούν προς το ίδιο μέρος, στην οθόνη ενός προτζέκτορα. Στο πόντιουμ ανεβαίνει ο σμηναγός που θα με πετάξει. Συστήνεται τυπικά και αναφέρει τις 2.500 ώρες πτήσης του. Μετά αρχίζει να μας «συστήνει» το αεροπλάνο, την καμπίνα, τα κουμπάκια που δεν μπορούμε να πειράξουμε και αυτά που επιτρέπεται - τα εξής δύο: για το οξυγόνο και για την ενδοεπικοινωνία. Εξηγεί την αποστολή. Πτήση χαμηλής ναυτιλίας (CPM) ζεύγους αεροσκαφών για την προσβολή επίγειου στόχου επιφάνειας. «Το ύψος πτήσης αρχικά θα είναι 500 πόδια και τα σκάφη θα πετούν σε τακτικό σχηματισμό. Αρχηγός του σχηματισμού θα είμαι εγώ» λέει ο σμηναγός Δανιήλογλου. Μας δείχνει τα σημεία της ναυτιλίας, δηλαδή την πορεία που θα ακολουθήσουμε. «Ο σχηματισμός θα εκτελέσει fence in, για να προσεγγίσει το στόχο, που θα είναι ο επίγειος του πεδίου βολής της Σχίζας. Στη συνέχεια, θα αποχωρήσουμε από το πεδίο βολής και θα πετάξουμε πάνω από την περιοχή πτήσεων της Κορώνης. Θα ανέβουμε στα 10.000-14.000 πόδια και τα αεροσκάφη, σε σχηματισμό κλειστού trail, θα εκτελέσουν δύο ακροβατικούς ελιγμούς. Θα επιστρέψουμε στο αεροδρόμιο της Καλαμάτας, όπου και θα προσγειωθούμε».
«Ωραία, πάμε τώρα;», σκέφτομαι. Όχι ακόμη. Στο ίδιο πόντιουμ ανεβαίνει ο σμηναγός Μανώλης Καμπαναράκης, που μετρά 2.200 ώρες πτήσης, ανάμεσα σε αυτές και μια εγκατάλειψη από Μirage! «Πώς το είπε αυτό;». Η απάντηση έρχεται μέσα από τον προτζέκτορα. Ο σμηναγός μάς λέει τι πρέπει να κάνουμε σε περίπτωση φωτιάς και κάποιων άλλων καταστάσεων που οδηγούν τον κυβερνήτη και το συγκυβερνήτη του αεροσκάφους να εκτοξευθούν μαζί με τις θέσεις τους και να εγκαταλείψουν το αεροπλάνο. «Θα τραβήξετε αυτούς τους μοχλούς, για να απεγκλωβίσετε τις θέσεις, οι οποίες θα φύγουν από μόνες τους στον αέρα. Στα 10.000 πόδια το αλεξίπτωτο θα ανοίξει, από μόνο του. Αν δεν ανοίξει, θα το κάνετε χειροκίνητα». Την ώρα που μας δείχνει την κίνηση, εγώ συνειδητοποιώ πως δεν έχω ιδέα από πόδια τέτοιου είδους και ρωτάω: «Πώς θα το καταλάβω ότι είμαι κάτω από τα 10.000 και δεν έχει ανοίξει το αλεξίπτωτο μου;». «Όταν θα αρχίσετε να ξεχωρίζετε τα χρώματα της γης, τότε είστε περίπου στα 7.000-8.000 πόδια» απαντά ο μοίραρχος. Ωραία, κατάλαβα. O σμηναγός συνεχίζει την ενημέρωση, μας προειδοποιεί να θυμόμαστε να μην πειράξουμε οτιδήποτε κίτρινο κι εγώ έχω πια φτάσει στο σημείο να πιστεύω πως θα την κάνω την εγκατάλειψη σκάφους και δε με απασχολεί καθόλου. Αρκεί να πετάξω.

Η πτήση
Επιτέλους, μπαίνω στην τελική ευθεία πριν από την επιβίβαση στο Τ-2Ε. Φοράω την anti-g, απαραίτητη για τη διατήρηση της σωστής κυκλοφορίας του αίματος στις επιταχύνσεις, γάντια και σκούφο. Είμαι έτοιμη. Το κράνος θα το βάλω τελευταίο στο αεροσκάφος. Πετάω με το αεροσκάφος Nο 87. Η καλύπτρα κλείνει. Κατευθυνόμαστε προς το διάδρομο απογείωσης. Μετράω μερικά ακόμα λεπτά βασανιστικής υπομονής. Η σκέψη της απογείωσης με ταράζει για λίγο. Το άγνωστο είναι μπροστά και κοντά.
Απογειωνόμαστε γλυκά. Όλα είναι φυσιολογικά, σαν να βρίσκεσαι σε ένα πολιτικό αεροπλάνο, όμως πετάω με μαχητικό. Η αίσθηση του ουρανού που κρέμεται και το εύρος της οπτικής θυμίζουν πως αυτή δεν είναι άλλη μια πτήση. Δε φοβάμαι. Περιμένω. Αδημονώ, είναι η αλήθεια. Δεν έχω ιδέα τι. Μάλλον κάτι συναρπαστικό. «Πετάμε πάνω από...» η φωνή του Στέλιου Δανιήλογλου δεν ακούγεται καθαρά. Ετοιμάζεται να πάρει στροφή και μου το λέει. Επιταχύνει στο δευτερόλεπτο. Κολλάω στο κάθισμα, γίνομαι ένα με αυτό, η πίεση που νιώθω φτάνει μέχρι το στήθος και είναι σαν να κάθεται κάποιος βαρύς επάνω μου. Νιώθω την anti-g να φουσκώνει στα πόδια μου και στη μέση, για να μην κατέβει το αίμα. Δεν έχω καταλάβει ακόμα αν μου αρέσει αυτό που νιώθω ή όχι. Είναι πρωτόγνωρο, ξένο, υπέροχο. Παίρνω βαθιά ανάσα, αλλά η επιτάχυνση είναι τόσο μεγάλη, που το οξυγόνο μπαίνει στα πνευμόνια μου και κάθεται, εγκλωβίζεται εκεί. Όμως, δεν ασφυκτιώ. Πριν προλάβω να δυσανασχετήσω, επανερχόμαστε στην αρχική μας ταχύτητα και θέση και η ευφορία με πλημμυρίζει. Μου αρέσει, το λατρεύω. Ήταν, όμως, λίγο. «Πάμε άλλη μία;» του λέω και ελπίζω να με ακούσει. Θα πάρει κι άλλη κλειστή στροφή, το ξέρω, αλλά τη θέλω τώρα. Ο πιλότος με αφήνει να συνειδητοποιήσω αυτό που ένιωσα. «Όλα καλά;» με ρωτάει. «Αυτό το κάνετε κάθε μέρα;» του απαντώ. «Περίπου» μου λέει και καταλαβαίνω πως αυτό είναι ένα τίποτα μπροστά σε ό,τι κάνουν οι πιλότοι της Πολεμικής κάθε μέρα - δύο φορές, μάλιστα. «Πήραμε τη στροφή με 4 g» με ενημερώνει. «ΟΚ» απαντώ, χωρίς να καταλαβαίνω αν ήταν πολύ ή λίγο. Ψάχνω για μέτρο σύγκρισης. «Εσείς τα πόσα φτάνετε;». «Tα 9» μου απαντά ξερά. Πετάμε προς το σημείο βολής, απολαμβάνω την πτήση και περιμένω the next big thing.Το Τ-2Ε αρχίζει να παίρνει κλίση προς τα αριστερά σιγά σιγά. Κοιτάζω τα όργανα πλοήγησης που είναι μπροστά μου και βλέπω την κλίση που έχουμε σε σχέση με τον ορίζοντα. Το έχω ξαναδεί, σκέφτομαι - αλλά, φυσικά, προτρέχω. Ο πιλότος συνεχίζει να στρίβει. Πιάνω τον εαυτό μου να μιλά. «Δεν το πιστεύω, δεν υπάρχει αυτό που βλέπω. Δεν είναι δυνατόν». Αυτό, λοιπόν, είναι το fence in. Η γη γίνεται ουρανός κι ο ουρανός είναι στα πόδια μου. Το απολαμβάνω, κυριολεκτικά, πριν μου το στερήσει. Εννοείται πως ήθελα άλλη μια τέτοια τούμπα. Τι άλλο ύστερα από αυτό; Την επόμενη κλειστή στροφή την παίρνουμε με 5 g και νιώθω την πίεση να ανεβαίνει στο λαιμό και στα μάτια μου. Δύο γκρι τετράγωνα εμφανίζονται σαν παράθυρα μπροστά μου και κοιτάω μέσα από αυτά. Δε φοβάμαι, ξέρω πως θα τελειώσει σύντομα. Ο Καββαθάς αργότερα μου έλεγε, όταν του το περιέγραφα, πως το black out είναι συνηθισμένο στους πιλότους, όταν πετούν με 9-10 g. Το ξανανιώθω στην επόμενη στροφή, την οποία η αλήθεια είναι πως δεν περίμενα. «Αυτή ήταν μια ευχάριστη έκπληξη» λέω στον πιλότο και το εννοώ. Μου δίνει το πηδάλιο και σηκώνει τα χέρια. «Πάρ’ το εσύ», «είναι στα χέρια σου», «εσύ οδηγείς», κάτι τέτοιο μου λέει - το κάνω κι αυτό. Παίρνουμε το δρόμο της επιστροφής. Ο διάδρομος προσγείωσης είναι μπροστά μας. Κατεβαίνουμε ομαλά, στρωτά, όπως στην απογείωση. Λίγο πριν οι ρόδες ακουμπήσουν στο έδαφος, ο πιλότος μου λέει: «Θέλεις να προσγειωθούμε ή να κάνουμε ένα touch and go;». Εννοεί προσγείωση και άμεση απογείωση, σκέφτομαι, έστω κι αν ακούω τον όρο για πρώτη φορά. «Touch and go» απαντώ.
Μια εκπληκτική εμπειρία που τελείωσε γρήγορα. Όταν κατέβηκα είπα πως τώρα βρήκαν τον μπελά τους, γιατί θα θέλω τέτοια πετάγματα μία φορά την εβδομάδα. Ήταν όνειρο ζωής να πετάξω με πολεμικό αεροσκάφος και κράτησε 40 λεπτά. Ήταν η πρώτη φορά. Θέλω να πιστεύω πως δε θα είναι η τελευταία._ Ι. Σ.


ΤΣΙΤΑΤΟ
«... η επιτάχυνση είναι τόσο μεγάλη, που το οξυγόνο μπαίνει στα πνευμόνια μου και κάθεται, εγκλωβίζεται εκεί.»